H ειδικευμένη εργασία θα πέσει στα χαμηλότερα επίπεδα σε όλο τον κόσμο. Η μείωση στους μισθούς της μεσαίας τάξης, καθώς και στην ικανοποίηση από την εργασία, είναι μόνο η αρχή
Του Πίτερ Γουίλμπι
Οι δυτικοευρωπαίοι και οι αμερικάνοι ετοιμάζονται να βιώσουν ένα τεράστιο σοκ. Για τα τελευταία τριάντα χρόνια οι κυβερνήσεις έχουν εξηγήσει ότι όταν δε μπορούν να προστατέψουν τις θέσεις εργασίας με τους παραδοσιακούς τρόπους κρατικής παρέμβασης, όπως με επιδοτήσεις και δασμούς, μπορούν να επεκτείνουν και να μεταρρυθμίσουν την εκπαίδευση, ώστε να μεγιστοποιήσουν τις ευκαιρίες. Αν αρκετοί άνθρωποι συνεχίσουν να αποκτούν υψηλού επιπέδου ικανοτήτες και προσόντα, οι ευρωπαίοι και οι αμερικάνοι θα συνεχίσουν να απολαμβάνουν υψηλά επίπεδα ποιότητας ζωής. Αν δουλέψουν αρκετά σκληρά, κάθε γενιά θα μπορεί να τα καταφέρνει καλύτερα από τη γενιά των γονιών της. Όλο αυτό προϋποθέτει να γίνουν τα σχολεία σημείο αιχμής της αγοράς και να πειστούν τα πανεπιστήμια να διδάξουν «αγοραίες» δεξιότητες. Αυτό είναι το σκεπτικό πίσω από τις πολιτικές του Μαικλ Γκόουβ και όλων των προκατόχων του στη θέση των γραμματέων για θέματα Παιδείας.
Αλλά η οικονομική κατάρρευση του 2008 και η συνακόλουθη συμπίεση των εισοδημάτων αποκαλύπτουν σταδιακά μια δυσάρεστη αλήθεια. Όπως δείχνουν τα πορίσματα από το «Γραφείο για την Εθνική Στατιστική», οι πραγματικοί μισθοί στο Ηνωμένο Βασίλειο δεν έχουν αυξηθεί από το 2005, γεγονός που συνιστά το πιο μακροχρόνιο πάγωμα στα επίπεδα ποιότητας ζωής από τη δεκαετία του 1920. Όσο κι αν δεν επηρεάζει την ικανότητα των ελίτ για αποταμίευση, η συμπίεση επηρεάζει κυρίως το μεγαλύτερο μέρος της μεσαίας τάξης, όσο και την εργατική τάξη. Αυτό δεν είναι παράδοξο, ούτε είναι το αποτέλεσμα των εκπαιδευτικών ελλείψεων. Στις ΗΠΑ, όπου εισήγαγαν την μαζική ανώτατη εκπαίδευση πολύ πριν τη Βρετανία, η αγοραστική δύναμη του μέσου απόφοιτου έχει αυξηθεί ελάχιστα τα τελευταία τριάντα χρόνια. Όπως η εκπαίδευση απέτυχε να εκπληρώσει τις δημοκρατικές υποσχέσεις για κοινωνική δικαιοσύνη και κινητικότητα, ανάλογα θα αποτύχει να εκπληρώσει τις νεοφιλελεύθερες υποσχέσεις περί οικουμενικών ευκαιριών για βελτίωση.
«Η διανοητική εργασία», υποθετικά η σωτηρία της δύσης, τώρα πλέον εξάγεται ως χειρωνακτική εργασία. Την παγκόσμια μαζική αγορά ανειδίκευτης εργασίας διαδέχθηκε η εργασία των ανθρώπων της μεσαίας τάξης, κυρίως, και ειδικότερα για τις βιομηχανίες όπως αυτή των ηλεκτρονικών, όπου επενδύθηκαν τόσες και τόσες ελπίδες για ευκαιρίες απασχόλησης και υψηλούς μισθούς. Όμως, όσο τα αποθέματα αυξάνονται, αναπόφευκτα, οι εργοδότες θα στρέφονται στη φθηνότερη πηγή. Ένας φτηνός σχεδιαστής στην Ινδία κοστίζει δέκα φορές λιγότερο απ ό,τι ένας στις ΗΠΑ. Οι νεοφιλελεύθεροι ξέχασαν να διαβάσουν (ή να ξαναδιαβάσουν) Μαρξ. «Όσο το κεφάλαιο συσσωρεύει από την κατάσταση του εργαζόμενου, η πληρωμή είτε είναι υψηλή ή χαμηλή, λογικά θα χειροτερεύει».
Είμαστε εξοικειωμένοι με την ανάθεση εργασιών «λευκού κολάρου» ή αλλιώς γραφείου, όπως η καταχώρηση στοιχείων. Αλλά τώρα η δουλειά γραφείου ξεπερνιέται επίσης. Η ανάλυση ακτινών χ, η σύνταξη νομικών συμβολαίων, τα φοροτεχνικά, η αναζήτηση τραπεζικών πελατών, ακόμη και ο σχεδιασμός βιομηχανικών συστημάτων είναι παραδείγματα ειδικευμένων δουλειών που πρόκειται να «ανοίξουν». Ακόμη και η διδασκαλία δεν είναι στο απυρόβλητο: την προηγούμενη χρονιά ένα δημοτικό σχολείο στο βόρειο Λονδίνο προσέλαβε μαθηματικούς στην Ινδία για να προσφέρει ατομική διδασκαλία μέσω διαδικτύου. Η Microsoft, η Siemens, η Τζένεραλ Μότορς και η Φίλιπς, είναι μεταξύ των εταιριών, που τώρα κάνουν τουλάχιστον κάποιο μέρος από την έρευνα τους στην Κίνα. Ο ρυθμός θα επιταχυνθεί. Η εξαγωγή της «διανοητικής εργασίας» προϋποθέτει την μεταφορά της ηλεκτρονικής πληροφορίας – όχι εργοστασίων και εξοπλισμού.
Ο Άλαν Μπλίντερ, ένας πρώην αντιπρόεδρος της Ομοσπονδιακής Εταιρίας Αποθεματικού έχει κάνει την εκτίμηση ότι σχεδόν το ¼ των εργασιών ολόκληρου του αμερικανικού τομέα των υπηρεσιών θα μεταφερθεί στο εξωτερικό.
Οι δυτικοί νεοφιλελεύθεροι που «πατούν στη γη» (σύμφωνα με το βιβλίο του Τόμας Φρίντμαν) πίστευαν ότι οι δουλειές θα μετανάστευαν στο εξωτερικό με τον αναμενόμενο τρόπο. Κάποια ειδικευμένη εργασία μπορεί να εξαφανιζόταν, όμως ισχυρίζονταν, ότι αυτή θα άφηνε χώρο για νέες βιομηχανίες, που θα αναζητούν υψηλότερες δεξιότητες και θα πληρώνουν καλύτερους μισθούς. Και μόνο οι δυτικοί με μεγάλη μόρφωση θα είναι ικανοί για την απαιτούμενη πρωτοτυπία και προσαρμοστικότητα. Η ανάπτυξη των άλλων χωρών θα έπρεπε να περιμένει, αναγκαστικά, να καινοτομήσουμε σε νέα πεδία, πριν επιχειρήσουν να μας ανταγωνιστούν.
Αλλά γιατί οι χώρες σε τροχιά ανάπτυξης πρέπει εξαρτώνται από τη δύση; Η Ασία παράγει πολλούς περισσότερους επιστήμονες και μηχανικούς από την Ευρωπαϊκή Ένωση και τις ΗΠΑ μαζί.. Μέχρι το 2012, σύμφωνα με τα τωρινά στοιχεία, οι Κινέζοι θα κατοχυρώνουν την ευρεσιτεχνία σε περισσότερες ανακαλύψεις από οποιοδήποτε άλλο έθνος. Ως νέα βίβλος – Η Παγκόσμια Δημόπρασια (από τους Κοινωνιολόγους Φίλιπ Μπράουν, Χιου Λώντερ και Ντέιβιντ Αστον) – υποστηρίζει ότι η επόμενη γενιά καινοτόμων εταιριών, δεν είναι αμερικανική ή βρετανική, κι ακόμη κι αν είναι δεν θα απασχολούν αμερικάνους ή βρετανούς εργαζόμενους.
Φαίνεται ότι οι νεοφιλελεύθεροι έκαναν ένα δεύτερο, μάλλον πιο σοβαρό λάθος. Υπέθεσαν ότι η «διανοητική εργασία» θα συμπεριλαμβάνει πάντοτε την προσωπική αυτονομία, την δημιουργικότητα, την ικανοποίηση από την εργασία στην οποία είχαν συνηθίσει οι μεσοαστοί. Δεν κατάλαβαν ότι όπως η βιομηχανική επανάσταση επέτρεψε στη χειρωνακτική εργασία να τυποποιηθεί, έτσι και η ηλεκτρονική επανάσταση την ίδια μοίρα επιφυλάσσει σε αρκετά επαγγέλματα. Αρκετές από τις «διανοητικές δεξιότητες» θα ακολουθήσουν το δρόμο των «διανοητικών δεξιοτήτων». Διαμελίζονται, κωδικοποιούνται και ψηφιοποιούνται. Κάθε μεγάλη φίρμα είχε κάποτε τραπεζικούς διαχειριστές, οι οποίοι χρησιμοποιώντας την καταξίωση και την εμπειρία τους, αποφάσιζαν ποιοι πελάτες έπρεπε να πάρουν δάνεια. Τώρα αυτή τη δουλειά την κάνει το λογισμικό. Η ανθρώπινη αξιολόγηση έχει μειωθεί στο ελάχιστο, πράγμα που εξηγεί γιατί οι αιτούντες δανείων αντιμετωπίζουν την απόρριψη εξαιτίας μιας μικροσκοπικής, ξεχασμένης εδώ και καιρό εκπρόθεσμης πληρωμής.
Ο Μπραουν, ο Λώντερ και ο Άστον το αποκαλούν αυτό ψηφιακό τεϋλορισμό, επικαλούμενοι τον Φρέντερικ Γουινσλοου Τέυλορ, που ανακάλυψε την «επιστημονική διαχείριση» για να βελτιώσει την βιομηχανική αποδοτικότητα. Τα κέντρα παροχής τηλεφωνικών υπηρεσιών, για παράδειγμα, χρειάζονται πελάτες να πληκτρολογήσουν μια σειρά αριθμών που σε οδηγούν σε έναν εργαζόμενο, πιθανότατα σε μια αναπτυσσόμενη χώρα, ο οποίος σου δίνει απαντήσεις από ένα συνταγογραφημένο πακέτο. Είμαστε μόνο στην αρχή, αλλά ακόμη και η διδασκαλία έχει αρχίσει, όλο και περισσότερο, να γίνεται βραχυπρόθεσμης διάρκειας, καθώς υψηλοί ειδικοί στόχοι, καθορίζονται πλέον από ψηφιοποιημένες λίστες ελέγχου.
Ο ψηφιακός τεϋλορισμός κάνει τις δουλειές πιο εύκολα εξαγώγιμες, αλλά, κυρίως, αλλάζει τη φύση αρκετών επαγγελμάτων. Φιλόδοξοι απόφοιτοι αντιμετωπίζουν την προοπτική όχι μόνο χαμηλότερων μισθών, μικρότερων συντάξεων και λιγότερης εργασιακής ασφάλειας από εκείνη που απολάμβαναν οι γονείς τους, αλλά και την προοπτική μιας λιγότερο ικανοποιητικής σταδιοδρομίας. Είναι αλήθεια ότι κάθε επάγγελμα και κάθε εταιρία θα διατηρήσει μια ομάδα από διανοητές και ανθρώπους που παίρνουν αποφάσεις στην κορυφή – περίπου το 10% με 15% του συνόλου –, αλλά η μάζα των εργαζόμενων είτε έχει, είτε δεν έχει προσόντα, θα ασχολείται με δουλειές ρουτίνας για ταπεινούς μισθούς.
Η μόρφωση, λοιπόν, θα μπορέσει να φέρει της προσδοκώμενες ανταμοιβές μόνο για εκείνους με τα εξαιρετικά προσόντα από καταξιωμένα πανεπιστήμια (όχι σε όλη την Ευρώπη ή στην Αμερική).
Τα αποτελέσματα της οικονομικής συμπίεσης και το πρόγραμμα μείωσης του ελλείμματος πρόκειται να απειλήσουν ακόμη περισσότερο την επιβίωση της κυβέρνησης. Θα δούμε, πιθανότατα, μια σταθερή επιδείνωση του επιπέδου ζωής στη Βρετανία, η οποία δεν θα είναι δυνατό να ανασταλεί από κάποια εκπαιδευτική μεταρρύθμιση. Ο νεοφιλελευθερισμός, ήδη βαθιά πληγωμένος από την οικονομική κατάρρευση, είναι κοντά στο να καταστραφεί ολοσχερώς. Οι κυβερνήσεις τότε θα χρειαστεί να ξανασκεφτούν τη στάση τους απέναντι στην εκπαίδευση, την ανισότητα και τον οικονομικό ρόλο του κράτους.
Πηγή:
Guardian